Σάββατο 5 Μαΐου 2012

Η παράλυση της ψυχής



KΥΡΙΑΚΗ  Δ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ( Του Παραλύτου)

Ευαγγέλιο : Ιωάν. ε 1- 15
  
            Ο παράλυτος της σημερινής ευαγγελικής διήγησης είναι ο άνθρωπος που έχει πλέον πεισθεί, ότι δεν υπάρχει πλέον διέξοδος στο πρόβλημα του. Κάθεται καθηλωμένος στο κρεβάτι του, ανίκανος να κινηθεί. Η παράλυση του σώματος δεν τον αφήνει να τρέξει και να μπει πρώτος στην κολυμπήθρα, όταν ο άγγελος ταράζει τα νερά της. Σ’ αυτή την κατάσταση τον βρίσκει ο Χριστός απογοητευμένο τριάντα οκτώ χρόνια  δίπλα στην κολυμπήθρα , δίπλα δηλ. στη θεραπεία, χωρίς όμως να έχει τη δυνατότητα να την αποκτήσει.
            Ο Χριστός αναπτύσσει μαζί του διάλογο προκειμένου να του δώσει τη δυνατότητα να εκφράσει τον πόνο του, να πει το πρόβλημα του. «Θέλεις υγιής γενέσθαι;».Σ’ αυτή την ερώτηση του Χριστού, αντί να πει αυθόρμητα « ναι Κύριε», εκφράζει αντίθετα, το λόγο που αποκλείει κάτι τέτοιο. « Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω, ίνα όταν ταραχθεί το ύδωρ βάλει με εις την κολυμπήθραν». Στηρίζει λογικά την απελπισία του. Δεν είναι δυνατό να θεραπευθεί. Είναι ένας ζωντανός νεκρός. Έχει συμβιβαστεί με το πρόβλημα του. Κι αυτό μέσα στην απελπισία του δίνει τη δύναμη να ζει, να υπομένει το παράλυτο σώμα του.
            Δεν μπορούσε βέβαια ο παράλυτος να φανταστεί, ότι Αυτός που δρούσε στο νερό της προβατικής κολυμπήθρας, ήταν δυνατόν να τον επισκεφθεί ως άνθρωπος και να του δώσει με άλλο τρόπο τη θεραπεία που περίμενε από την κολυμπήθρα. Ο Χριστός ανατρέποντας την λογική απελπισία του, του είπε: « έγειρε, άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει». Και αμέσως έγινε καλά ο άνθρωπος. Πήρε το κρεβάτι στους ώμους του και έκανε μέσα στο πλήθος φανερό το θαύμα. Με το κρεβάτι στους ώμους διακήρυττε, όχι μόνο την απαλλαγή του από την παράλυση του σώματος, αλλά και απαλλαγή της ψυχής του από την παράλυση της απελπισίας.
Δεν θα ασχοληθούμε με την μικροψυχία και την τυπολατρία των Ιουδαίων που του έλεγαν : « Σάββατον έστιν, ουκ έξεστι σοι άραι τον κράββατον». Θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στην απελπισία, που βρίσκει λογικά επιχειρήματα.
            Η απελπισία είναι ισχυρό όπλο του διαβόλου. Μας προσβάλλει με ποικίλες ποιότητες και εντάσεις, ανάλογα με το πόσο και που έχουν δώσει το ενδιαφέρον μας και την προσοχή μας. Θα επισημάνουμε ορισμένες αιτίες που την προκαλούν, ή , πιο σωστά, ορισμένα γεγονότα και καταστάσεις που γίνονται αφορμή να μας καταλάβει.
            Πρώτον είναι τα βιοτικά προβλήματα, οι δυσκολίες της ζωής, οι αποτυχίες στο επάγγελμα, οι οικονομικές κρίσεις, η φτώχεια. Είναι ακόμη οι αρρώστιες και ο θάνατος, η χηρεία και η ορφάνια. Όλα αυτά τα προβλήματα, όταν δεν αντιμετωπίζονται σωστά, με πίστη και ελπίδα, σκοτεινιάζουν τον ορίζοντα, δείχνουν παντού το αδιέξοδο. Και όταν δεν υπάρχουν άνθρωποι να στηρίζουν αυτούς που περνούν αυτές τις δυσκολίες, δημιουργείται στη ψυχή τους έντονο το αίσθημα της μοναξιάς. Ζουν έντονα το λόγο του παραλυτικού : « άνθρωπον ουκ έχω». Βέβαια ο άνθρωπος που δεν έχει κλείσει τη ζωή του στα στενά όρια της βιολογικής ζωής και δεν θεωρεί επιτυχία της ζωής του μόνο την επιτυχία στο επάγγελμα και τη συγκομιδή πλούτου, αυτός δεν προσβάλλεται  εύκολα από τέτοιου είδους απελπισία. Ως άνθρωπος μπορεί να κλυδωνίζεται, όμως δεν πνίγεται στα κύματα των λογισμών.
            Δεύτερον, είναι τα υπαρξιακά λεγόμενα προβλήματα , τα αδιέξοδα των ανθρώπων που έχουν κάποια ευαισθησία στα θέματα της ζωής τους. Η επιφανειακή χριστιανική ζωή δεν τους ικανοποιεί. Μία πίστη που δεν συνδέεται με την εμπειρία τους είναι αδιάφορη. Όταν όμως η σκέψη δεν φωτίζεται από την πίστη στο Θεό, που είναι η αγάπη, η ζωή παρουσιάζεται χωρίς νόημα. Κύριο στοιχείο της εμφανίζει το παράλογο. Κυριαρχείται από το ερώτημα « γιατί γεννήθηκα;» και βασανίζεται από το άγχος του θανάτου. Δεν έχει καμία ομορφιά, δεν οδηγεί πουθενά. Γι’ αυτό η απογοήτευση είναι η φυσική της κατάσταση. Αυτή η απογοήτευση είναι γόνιμη για την ορθόδοξη ζωή, αν αποδεσμευτεί απ’ την υπεροψία της λογικής και από τα τραύματα της υπερηφάνειας. Αν με ειλικρινή διάθεση και ταπεινό φρόνημα οδηγηθεί στην αναζήτηση της βαθιάς εμπειρίας της πίστεως.
            Tρίτον, είναι η αποτυχία μας να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Η απελπισία που γεννιέται απ’ αυτήν την αποτυχία, κρύβεται πολλές φορές κάτω από έντονες κοινωνικές δραστηριότητες και πίσω από τη βιτρίνα μιας συνεπούς – για τα κοσμικά δεδομένα- χριστιανικής ζωής. Μπορεί να την καταλάβει κανείς απ’ την  τάση πολλών να χωρίζουν τους Πατέρες σε κοινωνικούς και νηπτικούς, και τις εντολές, σ’ αυτές  που είναι για τους μοναχούς και σ’ αυτές που αφορούν τους κοσμικούς χριστιανούς. Διασπούν την ενιαία ιερή παράδοση προκειμένου να βρουν στηρίγματα στην αβεβαιότητα τους. Θεωρούν τον εαυτό τους αδύναμο και το φορτίο των εντολών δυσβάσταχτο. « Δεν είναι αυτά για μας. Είναι για τους μοναχούς. Στην εποχή μας δεν είναι δυνατό να εφαρμοστούν», είναι συνηθισμένα λόγια που εκφράζουν όλη την απελπισία τους.
            Τέταρτον, είναι η απογοήτευση από πρόσωπα και θεσμούς που είχαμε ειδωλοποιήσει, καθώς και η αίσθηση ότι ο κόσμος όλο και περισσότερο απομακρύνεται από τον Θεό και οδηγείται στην αυτοκαταστροφή. Πολλοί πιστοί βλέπουν παντού εχθρούς της πίστεως. Παντού αντικρίζουν το σκοτάδι του κακού και πουθενά δεν βλέπουν φως. Είναι απελπισμένοι για το μέλλον του κόσμου. Το να βλέπει κανείς όμως παντού σκοτάδι είναι μία επικίνδυνη πνευματική κατάσταση. « Ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται», υπάρχουν όμως και οι φίλοι του Χριστού που νικούν τον κόσμο. Όταν κανείς συνηθίζει μόνο στο σκοτάδι, υπάρχει ο κίνδυνος σε κάποια στιγμή να θεωρήσει και το «φως σκότος».
            Η απελπισία λοιπόν εισβάλλει με πολλούς τρόπους στην ψυχή μας και εδραιώνεται μέσα μας με λογικά επιχειρήματα. Ο Χριστός, όμως , ο Λόγος του Θεού, ξέρει να δρα με τρόπους που δεν χωρά η λογική μας. Γι’ αυτό δεν πρέπει,  το στηριγμένοι στους λογισμούς μας, να προκαθορίζουμε  το μέλλον μας. Ο Χριστός ξέρει να ανατρέπει όλες τις προβλέψεις. Είναι η Ζωή και η Ανάσταση. Και όπως από τον τάφο πήγασε τη ζωή, που « ο θάνατος ουκέτι κυριεύει», έτσι μπορεί να βλαστήσει την ελπίδα και στην πέτρα της πιο σκληρής ανθρώπινης απόγνωσης, και να της δώσει μάλιστα πλούσιους καρπούς. Ούτε οι δυσκολίες της ζωής, ούτε τα αδιέξοδα, ούτε η αδύναμη θέληση μας, ούτε το κακό που υπάρχει στον κόσμο, είναι ισχυρότερα απ’ την παντοδύναμη αγάπη του Θεού. Αρκεί με ειλικρινή πίστη να ομολογούμε ενώπιον Του την αδυναμία μας και να Τον «αφήνουμε» κατόπιν να δρα κατά την πανσοφία Του.

( π. Θ. Βαμβίνης)

Δεν υπάρχουν σχόλια: