Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ΛΟΥΚΑ(18,10-14) ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ

ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ ΚΑΙ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΗ ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ
            Από σήμερα ανοίγει η μεγάλη γιορτή του Τριωδίου, η οποία κλείνει το Μ. Σάββατο μπροστά στον τάφο του Χριστού. Αυτός είναι και ο στόχος του Τριωδίου. Η αναστάτωση του κατεστημένου και η προσδοκία της Αναστάσεως.
            Οι τρείς πρώτες εβδομάδες του Τριωδίου συμπίπτουν με τις Απόκριες. Η σύμπτωση όμως αυτή είναι χρονική. Τα δρώμενα του Τριωδίου είναι τελείως διαφορετικά από εκείνα τις Αποκριάς. Τα δρώμενα του Τριωδίου  περιλαμβάνουν: υπέροχους ύμνους από το ομώνυμο βιβλίο, παραβολές, τη Μ .Σαρακοστή, κατανυκτικούς εσπερινούς, προηγιασμένες, απόδειπνα, Αγιοβασιλιάτικες Λειτουργίες χαιρετισμούς, τον Μ. Κανόνα, τον Ακάθιστο Ύμνο, την Μ. Εβδομάδα. Με όλα αυτά επιδιώκεται η  προσδοκία της Αναστάσεως.
            Ας πάμε όμως στο Ευαγγέλιο της πρώτης Κυριακής του Τριωδίου, του Τελώνου και του Φαρισαίου. Η παραβολή αυτή είναι πράγματι ερεθιστική. Τα πρώτο ερέθισμα προέρχεται από την επισήμανση της ανάγκης του ανθρώπου να δικαιολογεί την προσωπική του ιστορία και περιπέτεια μέσα στον κόσμο.
            Και ο Τελώνης και ο Φαρισαίος επεχείρησαν αυτή την δικαιολόγηση. Δηλ. με λόγια να δικαιολογήσουν την προσωπική τους ζωή, όχι μόνο μπροστά στους ανθρώπους, αλλά και ενώπιον του Θεού. Νόμιζαν ότι χωρίς αυτή την δικαιολόγηση ενώπιον Θεού και ανθρώπων θα τους έπνιγαν οι ενοχές. Ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για την ύπαρξη του. Πρέπει ν’ απαντήσει  αν ερωτηθεί, τι την έκανε, πως την διαχειρίσθηκε.
            Και ο πρώτος δικαστής του είναι   ο εαυτός του. Μετά οι άλλοι, είτε ο συνάνθρωπος είτε ο Θεός. Η κατάσταση αυτή παράγει την αγωνία, την ενοχή και σε απόλυτους όρους είναι η αγωνία της αυτοαπόρριψης ή της καταδίκης . Δηλ. κάθε άνθρωπος μπορεί να αυτοδικασθεί ή να δεχτεί μέσα του την καταδίκη  από τους άλλους, την κοινωνία ή τον Θεό. Φοβερό μεν , αλλά αληθινό!
            Έτσι τόσο ο τελώνης, όσο και ο Φαρισαίος οδηγούνται από την αγωνία της ηθικής ενοχής και καταδίκης στη δικαιολόγηση της ύπαρξης τους μ’ ένα συγκλονιστικό διάβημα: « ανέβησαν εις τον Ναόν προσεύξασθαι». Δηλ. έθεσαν την ύπαρξη τους υπό κριτή ανώτατον: αυτόν τον ίδιο τον Θεό, ο οποίος γνωρίζει απόλυτα το τι είναι και ποιοι ουσιαστικά είναι. Κάποιος άλλος που συγγνωρίζει ήταν ο ίδιος ο εαυτός τους, η συνείδηση  τους. Φαίνεται ότι προ της κρίσεως του Θεού είχε προηγηθεί η κρίση της συνείδησης με πολλές καταδικαστικές αποφάσεις.  
            Πνιγμένοι λοιπόν  από ενοχές Φαρισαίος και Τελώνης « ανέβησαν εις το ιερό προσεύξασθαι» με διαφορετικό τρόπο  βέβαια ο καθένας.
            Απ’ εδώ προέρχεται το δεύτερο ερέθισμα της παραβολής. Ειδικότερα: Ο Φαρισαίος για ν’ αποφύγει  τη μετατροπή της αγωνίας των ενοχών του σε ηθική καταδίκη, καταφεύγει στο νομικισμό. Δηλ. στην περιγραφή μιας ηθικιστικής εξωτερικής δράσης η οποία φαίνεται παράγει ηθική ικανοποίηση. Το θέμα είναι αν φέρνει υπέρβαση της αγωνίας και της ενοχής και τη δικαίωση που θέλει κάθε φυσιολογικός άνθρωπος.
            Ο Φαρισαίος περιγράφει την ηθικιστική του δράση με τον γνωστό μονόλογο: « Θεέ σ’ ευχαριστώ διότι δεν είμαι…..». Δηλ. αφού κατάλαβε το δημόσιο χώρο του ιερού και άνοιξε με θράσος παράθυρο προς την κοινωνία, δικαιολόγησε την ύπαρξη του με δύο τρόπους.
            Πρώτα κατηγόρησε εμμέσως πλην σαφώς τους άλλους για σαρκικά και οικονομικά εγκλήματα και είπε, ότι δεν είμαι όπως οι άλλοι άρπαγες, άδικοι, μοιχοί. Μετά αυτοϊκανοποιήθηκε τονίζοντας το πώς χρησιμοποιεί προς το συμφέρον του τους θεσμούς της νηστείας και της ελεημοσύνης. Κι’ όμως στο βάθος του τρόπου αυτού του δραστήριου ηθικιστή  υπήρχε ένα πρόβλημα. Υπήρχε η αγωνία της ενοχής που ερχόταν στο προσκήνιο και δημιουργούσε ηθική απελπισία. Αυτή την αγωνία δεν μπορούσε με τους τρόπους του να ξεπεράσει αυτός ο άνθρωπος.
            Εδώ είναι το πρόβλημα:  η ηθικιστική δράση του που συνοδεύεται από άγρια εκμετάλλευση θεσμών – προσευχής και ελεημοσύνης- δεν δικαιολογεί κατά βάθος το μπροστά στο Θεό τον άνθρωπο.
            Απ’ εδώ εκπέμπεται και ένα τρίτο ερέθισμα: η διαφορά του Τελώνη από τον Φαρισαίο.
            Ο μεν ένας είναι ηθικιστής, ο δε άλλος είναι ηθικός.
            Ο Τελώνης ο ηθικός ενώπιον του Θεού, είπε:  «Θεέ ελέησε με τον αμαρτωλό».
            Ο ηθικιστής Φαρισαίος είπε: « Θεέ μου σ’ ευχαριστώ, γιατί δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι άρπαγες, άδικοι κ.λ.π. ή όπως αυτός εδώ ο Τελώνης. Και συνέχισε: « νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα και δίνω το ένα δέκατο απ’ όσα αποκτώ».
            Ο Τελώνης ο ηθικός είπε όσα είπε ως εξής: στάθηκε μακριά και δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό, αλλά κτυπούσε το στήθος του και έλεγε όσα είπε.
            Αυτή η αντιπαράθεση της δικαιολογίας του Τελώνη με τη δικαιολογία του Φαρισαίου δείχνει απλά τη διαφορά ηθικής και ηθικισμού.
            Η ηθική χρειάζεται. Ο ηθικισμός περιττεύει. Η ηθική αφορά το τραγικό βάθος του ανθρώπου Τελώνη. Ενώ ο ηθικισμός αφορά την διαδικασία που καλύπτει το βάθος με φαρισαϊσμό.
            Η ηθική ξεκαθαρίζει την εικόνα του ανθρώπου λυτρωτικά. Ο ηθικισμός κατασκευάζει εικόνα για να προβάλλεται προς τα έξω, με σκοπό το κέρδος, τη συμφεροντολογία . Ο ηθικισμός αναιρεί την ηθική, όπως ο λαϊκισμός τη λαϊκότητα, ο ευσεβισμός την ευσέβεια, ο εθνικισμός το έθνος, ο νομικισμός το νόμο κ. ο. κ. Όλα αυτά τα παρουσιάζει με συγκλονιστικό τρόπο η υμνολογία του Τριωδίου. Διότι το ισχυρό αντίδοτο του ηθικισμού είναι πάντοτε η ηθική. Αλλά η ηθική του Τελώνη.
            Τώρα αν και πότε ο λαός προτιμάει τον Τελώνη ή τον Φαρισαίο είναι ένα άλλο θέμα. Πάντως ο λαός στην υμνολογία του έχει δείξει προτίμηση στον ηθικό Τελώνη και όχι στον ηθικιστή Φαρισαίο. Μακάρι να το λάβουν αυτό υπ’ όψη τους οι επικοινωνιολόγοι ιδιαίτερα σήμερα , αλλά και όσοι ασχολούνται με την αξιολόγηση των ανθρώπων ευκαίρως- ακαίρως.
Από το σημείο αυτό γίνεται ευπρόσδεκτο το ερέθισμα που προσφέρει η τελευταία φράση της παραβολής. Κάνει λόγο για την ανάγκη η δικαιολόγηση της προσωπικής ιστορίας. Η δικαιολόγηση της εγκόσμιας περιπέτειας κάθε ανθρώπου να καταλήξει όντως σε δικαίωση. Αν δεν γίνεται έτσι τότε οι άνθρωπος καταλήγει στη ματαιότητα, βεβαιώνοντας πως  όλα είναι ένα ψέμα. Μόνο η δικαίωση γίνεται με μέτρα βάθους και όχι με μέτρα επιφάνειας. Διότι τα μέτρα  επιφάνειας  εκπίπτουν εύκολα στην υποκρισία. Η υποκρισία ακυρώνει την όντως δικαίωση την τόσο αναγκαία στον καθένα, δίνοντας την ψευδαίσθηση της δικαίωσης. Γι’ αυτό και η γνήσια εκκλησιαστική αντίληψη απεχθάνεται την υποκρισία. Το ζητούμενο στην Εκκλησία είναι πάν τα η δικαίωση. Γι’ αυτό και επιμένει στην αξιολόγηση βαθιού και όχι επιφάνειας.
            Η επιμονή αυτή δεν σημαίνει καθόλου δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων για διαπόμπευση. Σημαίνει επιμονή της γνησιότητας και υπέρβαση της υποκρισίας ή μάλλον της ψευδοδικαιώσεως που προσφέρει η σκανδαλώδης υποκρισία. Γι’ αυτό στην εξομολόγηση υπάρχει το απόρρητο.
            Το θέμα ενδιαφέρει ιδιαίτερα εμάς τους θρησκευόμενους.  Όχι βέβαια  αποκλειστικά αυτούς, αφού η υποκρισία συνυπάρχει εκτός θρησκευτικότητας και με πολλές άλλες εκδηλώσεις της ζωής. Και το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι. Εν πάση περιπτώσει όμως  συμβαίνει ο κάθε θρησκευόμενος να θέτει υψηλό ιδεώδες και φυσικά να θέλει να είναι όπως το ιδεώδες του. Ιδιαίτερα εκείνος που αποβλέπει στη δικαίωση του βάζει υψηλά ιδεώδη έχει έντονη την ορμή να είναι αυτός που πρέπει να είναι. Έτσι συμβαίνει πολλές φορές ότι είναι ήδη τέλειος, ενώ δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Καθώς μιμείται το ιδεώδες έχει την αίσθηση ότι έχει ταυτισθεί μαζί του, ότι είναι δικαιωμένος ήδη . Εδώ έχουμε την λεγόμενη ασυνείδητη υποκρισία .
            Υπάρχει βέβαια και η συνειδητή. Με τον όρο συνειδητή υποκρισία, η θεολογία ονομάζει την παρουσία μιας άψογης επιείκειας επειδή η κοινωνική θέση του υποκριτή απαιτεί μια ζωή ενάρετη. Η αντίφαση μεταξύ επιφάνειας και βάθους είναι στην περίπτωση αυτή συνειδητή. Και θεωρείται ως αναγκαίο κακό χάρη του προσωπικού συμφέροντος, το οποίο ο υποκριτής δεν θέλει να περιφρονήσει. Πάντως κι’ αυτή η συνειδητή υποκρισία απορρίπτεται από την Εκκλησία.
            Όταν κανείς πνίγεται από προβλήματα εύκολα λέει: τι με νοιάζει εμένα αν δικαιώθηκε ο Τελώνης ή ο Φαρισαίος. Κι όμως η δικαίωση της ζωής κάθε ανθρώπου έχει μεγαλύτερη σημασία απ’  ό, τι φανταζόμαστε. Η δικαίωση της ζωής κάθε ανθρώπου θα είναι για την Εκκλησία το αεί ζητούμενον και το αεί απορρούμενο σε πείσμα όσων παίζουν με την ανθρώπινη ζωή ως αξιοθρήνητοι Φαρισαίοι.
Καλή Κυριακή.
 π.γ.στ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: