Τετάρτη 19 Μαΐου 2010

ΜΙΑ ΖΩΗ … ΜΙΑ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ, κ.Χαρά Βοϊνέσκου







Ομιλία της κ.Χαράς Βοϊνέσκου, Σχολ. Συμβούλου Α/βάθμιας εκπαίδευσης, στο Πνευματικό Κέντρο


Η Π. Διαθήκη περιλαμβάνει ιστορικά, ποιητικά-διδακτικά και προφητικά βιβλία. Ένα από τα ιστορικά και διδακτικά βιβλία είναι το βιβλίο του Τωβίτ. Περιλαμβάνει την περιπετειώδη ζωή ενός ανθρώπου και της οικογένειας του. Το βιβλίο αυτό έχει χαρακτηριστεί ως κόσμημα της Βίβλου.

Ο Τωβίτ γεννήθηκε από τον Τωβιήλ τον 8ο αι. προ Χριστού. Νωρίς έμεινε ορφανός και έζησε τη ζωή του με τη γιαγιά του Δεββώρα γυναίκα ευσεβή που γνώριζε και τηρούσε το νόμο του Θεού. Από αυτήν έμαθε και ο Τωβίτ να σέβεται, να αγαπά τον Θεό και να τηρεί το νόμο Του.

Πέθανε όμως η γιαγιά, μεγάλωσε ο Τωβίτ και όπως μας λέγει το ιερό κείμενο: «ότε εγένετο ανήρ, έλαβε Άννα γυναίκα εκ του σπέρματος της πατριάς αυτών». Έκαμε το γάμο του σύμφωνα με τις εντολές του Μωσαϊκού νόμου. Παντρεύτηκε γυναίκα από τη συγγένειά του, όπως όριζε ο νόμος. Όχι αλλόφυλη, ούτε αλλόθρησκη. Με την Άννα απέκτησε ένα χαριτωμένο παιδί που του έδωσε το όνομα Τωβίας.

Πατέρας, γιός, εγγονός έχουν ονόματα που τους θυμίζουν τον Θεό και μάλιστα την ιδιότητά του να είναι αγαθός.

Θα μπορούσε η ζωή του Τωβίτ να τελειώσει έτσι ήρεμα, ήσυχα και ευτυχισμένα. Όμως, η χαρά και η γαλήνη δεν κράτησε πολύ. Ήρθαν μέρες αιχμαλωσίας, δουλείας, ξεριζωμού. Οι Ισραηλίτες οδηγούνται αιχμάλωτοι από τον Ασσύριο Ενεμεσσάρο στη Μηδία.

Ο Τωβίτ βρέθηκε στην αυλή του βασιλιά. Πώς γνωρίστηκαν, πώς έγινε και τον εμπιστεύθηκε ο Ενεμεσσάρος, άγνωστο. Τον έκανε προμηθευτή του. Μήπως άλλαξε ο Τωβίτ; Μήπως πήραν τα μυαλά του αέρα επειδή είχε χρήματα και αξιώματα; Μήπως άλλαξε απέναντι στους συμπατριώτες του και στο Θεό; Αυτός «οδοίς αληθείας επορεύετο και δικαιοσύνης, πάσας τας ημέρας της ζωής αυτού». Μόνο την οδό της αληθείας και της δικαιοσύνης βάδιζε. Δεν επηρεάστηκε από τους ειδωλολάτρες, έμεινε πιστός στο Θεό των πατέρων του.

Με αφορμή εορτή των Ιουδαίων καλεί τους πτωχούς να έρθουν να φάνε σπίτι του. Αλλά όταν ήρθε ο υιός του και του είπε ότι είδε κάποιον Ιουδαίο στραγγαλισμένο και πεταμένο, άταφο, δεν έφαγε, αλλά έφυγε να περιποιηθεί το νεκρό και αφού τον έβαλε σε κάποιο ήσυχο μέρος, επέστρεψε στο σπίτι του για το φαγητό. Μετά τη δύση του ηλίου έθαψε τον νεκρό, ενώ οι γνωστοί του τον περιγελούσαν. Επειδή, όταν γύρισε, ήταν πολύ κουρασμένος και δεν είχε κουράγιο να κάνει μπάνιο για να καθαριστεί, σύμφωνα με το νόμο, δεν μπήκε στο σπίτι του να κοιμηθεί. Έμεινε έξω στην αυλή. Πριν καλά-καλά κλείσουν να μάτια του, ένιωσε κάτι ζεστό (ακαθαρσίες πουλιών) να πέφτει στους βολβούς των οφθαλμών του. Την άλλη μέρα ξύπνησε τυφλός.

Πήγε σε γιατρούς αλλά τίποτε. Η γυναίκα του άρχισε να ξενοδουλεύει και ο Τωβίτ ήταν άχρηστος πια. Δεν μπορούσε να συντηρεί αυτός την οικογένειά του, αλλά γινόταν και βάρος στη γυναίκα και το παιδί του. Και όλα αυτά τα έπαθε, ενώ φύλαγε τις εντολές του Θεού, και όχι επειδή έκανε καταχρήσεις.

Ο Τωβίτ τώρα γονατίζει και προσεύχεται για να εύρη παρηγορία. Η προσευχή του είναι μια από τις πέντε ωραιότατες προσευχές που περιέχονται στο βιβλίο αυτό. Έχει όλα τα στοιχεία της καλής προσευχής. Αρχίζει με δοξολογία του Θεού, προχωρεί με εξομολόγηση και αναγνώριση των αμαρτιών του Τωβίτ και των προγόνων του και καταλήγει με το αίτημα: «επίταξον αναλαβείν το πνεύμα μου, όπως απολυθώ και γένωμαι γη».

Στα Εκβάτανα, όμως, της Μηδίας την ίδια ώρα μια κοπέλα προσευχόταν. Η Σάρρα η κόρη του Ραγουήλ. Ο Ραγουήλ είχε μία μοναχοκόρη τη Σάρρα, που επτά φορές την πάντρεψε και επτά κηδείες έγιναν. Απόψε γίνονταν οι χοροί και ο γάμος και το πρωί η κηδεία του γαμπρού.

Ο Τωβίτ και η Σάρρα καταφεύγουν στην προσευχή πάνω στον πόνο τους. «Και εισηκούσθη η προσευχή αμφοτέρων ενώπιον της δόξης του μεγάλου Ραφαήλ». Και αμέσως ο Θεός στέλνει τον αρχάγγελο Ραφαήλ να θεραπεύσει τις πληγές των ευσεβών αυτών προσώπων.

Ας δούμε αναλυτικά τις ενέργειες του αρχαγγέλου.

Φωτίζει το μυαλό του Τωβίτ. Πώς το είχε ξεχάσει; Κάποτε που βρέθηκε στους Ραγούς της Μηδίας άφησε προς φύλαξη στον Γαβαήλ, φίλο και συμπατριώτη του, 10 ασημένια τάλαντα (πολλά χρήματα για εκείνη την εποχή). Καλεί τον Τωβία και του λέει ότι είναι ανάγκη να ταξιδέψει και να φέρει τα χρήματα, γιατί «αυτά θα μας ανακουφίσουν αλλά και θα μπορούμε να κάνουμε ελεημοσύνες».

Ο Τωβίτ γνωρίζει το ρευστό του βίου. Δεν είναι βέβαιος ότι θα γυρίσει το παιδί του και θα είναι ζωντανός, γι’ αυτό του αφήνει παρακαταθήκη. Οδηγίες για την ταφή του και την ταφή της γυναίκας του, αλλά κυρίως κανόνες συμπεριφοράς προς τη μητέρα του και προς τον Θεό και τους συμπατριώτες τους.

Όλα αυτά που είπε ο Τωβίτ ακούστηκαν από τον Τωβία. Διότι αυτός που τα έλεγε είχε κύρος. Ήταν ο ίδιος ταπεινός και ενάρετος και τίμιος, αλλά τα έλεγε και στον κατάλληλο καιρό. Έδειχνε με αυτά όχι ιδιοτέλεια, αλλά αγάπη, ενδιαφέρον και στοργή.

Στη συνέχεια έδωσε στο παιδί του το χειρόγραφο του χρέους και ερεύνησε για μισθωτό συνοδό. Βρέθηκε ένας νέος, ο Αζαρίας. Στην πραγματικότητα ήταν ο αρχάγγελος Ραφαήλ που είχε σταλεί από το Θεό για να συνοδεύσει τον Τωβία. Ο Μέγας Βασίλειος γράφει ότι : «παντί πεπιστευκότι εις τον Κύριον άγγελος παρεδρεύει, εάν μήποτε αυτόν ημείς εκ των πονηρών έργων αποδιώξωμεν».

Οι δυο νέοι πήραν τον δρόμο τους και σταμάτησαν στον Τίγρη ποταμό, όπου μπήκε ο Τωβίας να λουστεί. Του επιτέθηκε ένα πελώριο ψάρι, που κατ’ εντολήν του Αζαρία το έπιασε, το έβγαλε στη στεριά και έβγαλε με προσοχή την καρδιά, το συκώτι και τη χολή του και τα εφύλαξε.

Μετά από δέκα μέρες οδοιπορίας έφτασαν στα Εκβάτανα και ο Αζαρίας συζητά με τον Ραγουήλ, στο σπίτι του οποίου έμειναν ώστε να δώσει γυναίκα του Τωβία, την κόρη του Σάρρα. Σαν τέλειωσε, ο πατέρας είπε: -Παιδί μου Τωβία δεν έχω αντίρρηση, αλλά υπάρχει πρόβλημα.

Δεν έκρυψε την αλήθεια, δεν έκρυψε πράγματα που θα αποκαλυπτόντουσαν μετά το γάμο. Ο Τωβίας δεν δέχτηκε την αντίρρησή του. Εκείνο το ίδιο βράδυ έγινε ο γάμος. Ο Τωβίας έκανε στη συνέχεια ότι του είχε πει ο Αζαρίας «και ωσφράνθη το δαιμόνιο της οσμής και έφυγε και έδησε αυτό ο άγγελος». Όμως ο Τωβίας δεν ξέχασε και το τελευταίο που του είπε ο Αζαρίας. Προσεύχεται με τη Σάρρα.

Στη Νινευί ο Τωβίτ μέτραγε και ξαναμέτραγε τις μέρες. Είχε αρχίσει πολύ να ανησυχεί. Το ίδιο και η Άννα.

Ο Τωβίας πείθει τον πεθερό του ότι είναι ώρα να αναχωρήσουν. Πήραν το δρόμο της επιστροφής. Φτάνοντας έξω από την Νινευή ο Αζαρίας συμβουλεύει τον Τωβία να προηγηθούν οι δυό τους, ώστε να ετοιμάσουν τον Τωβίτ και το σπίτι για τη Σάρρα. Να μη συναντήσει στο νέο της σπίτι θλίψη και ταλαιπωρία. Αλλά να μην ταραχθούν και οι γονείς του, μόλις σταματήσει στο σπίτι τους ολόκληρο καραβάνι.

Και πράγματι έτσι έγινε. Μαζί τους πήραν μόνο τη χολή του ψαριού, διότι καθώς του είπε έπρεπε να την τρίψει στα μάτια του πατέρα του για να μπορέσει να ξαναδεί το φως. Σε λίγο όλοι μαζί υποδέχτηκαν τη νύφη και κήρυξε ο Τωβίτ 7 μέρες πανηγύρι. Οι γνωστοί και οι γείτονες δεν πίστευαν στα μάτια τους. Πώς έγινε και βλέπει;

Πάνω στο πανηγύρι ο Τωβίας δεν ξέχασε ότι έπρεπε να τακτοποιήσει την αμοιβή του Αζαρία. Θα του έδινε μάλιστα τα μισά από όσα έφερε. Τον φωνάζουν και εκείνος όχι μόνο δεν απλώνει τα χέρια για να πάρει την αμοιβή, αλλά τους αποκαλύπτει και το μυστήριο.

-Τη μέρα που προσευχήθηκες με πόνο ψυχής για τα προβλήματά σου, την ίδια μέρα προσευχήθηκε και η Σάρρα. Εγώ ανέβασα τις προσευχές σας στο Θεό. Κι όταν πάλευες μόνος να θάψεις τους νεκρούς ήμουν κι εγώ δίπλα σου. Κι ότι καλό έκανες, δεν μου ξέφευγε. Εγώ είμαι ο Ραφαήλ ένας από τους επτά αγγέλους που αναφέρουν στο Θεό τις προσευχές των πιστών.

Τι επακολούθησε δεν αναφέρετε στην Αγία Γραφή. Λίγο πολύ μπορούμε να το καταλάβουμε. Χαρά, αγαλλίαση,

και δοξολογία.

Στην υπόλοιπη ζωή του ο Τωβίτ το μόνο που έκανε ήταν ελεημοσύνες. «Μεγάλως δε εγήρασε». Έφτασε σε βαθιά γεράματα. Κάλεσε γύρω του το γιό και τα εγγόνια του και τους είπε ότι ο ίδιος βαδίζει προς τον τάφο, αλλά εκείνοι πρέπει να φύγουν, γιατί η Νινευή θα καταστραφεί. Ετελειώθη σε ηλικία 158 ετών. Ο δε Τωβίας «εγήρασεν εντίμως» και πέθανε 127 ετών.

Εδώ τελειώνει το θεόπνευστο κείμενο. Μια περιπέτεια ήταν η ζωή του Τωβίτ.

Ποιος άνθρωπος μπορεί να πει ότι η ζωή του δεν έχει περιπέτεια;

Ποιος άνθρωπος μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν έχει περάσει διακυμάνσεις στη ζωή του και ότι δεν έχει νιώσει να τον πνίγουν κύματα λύπης και χαράς;

Η πίστη απαντάει: η ζωή είναι ένα ταξίδι πρόσκαιρο, που έχει κατεύθυνση το αιώνιο λιμάνι. Σε αυτό το ταξίδι ο Θεός επιτρέπει τις δοκιμασίες των ευσεβών ανθρώπων, αλλά δεν τους εγκαταλείπει. Όλα όσα περνάμε είναι παιδαγωγικά μέσα του φιλανθρωποτάτου Θεού για τη δική μας ωφέλεια και σωτηρία, γιατί μας κρατούν σε ταπεινοφροσύνη, εξάρτηση από το Δημιουργό και αυτογνωσία.



Δεν υπάρχουν σχόλια: