Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2009

Ο Όσιος Νικόλαος ο αγνός στρατιώτης


του ενορίτου μας Νικολάου Βοϊνέσκου


Κατά τους χρόνους του βασιλέως Νικηφόρου Α΄(802-811) υπηρετούσε στο στρατό του Ελληνορθόδοξου Ρωμαϊκού κράτους ένας ευσεβής νέος ονόματι Νικόλαος. Όταν το 811 μ.Χ. ο Νικηφόρος εξεστράτευσε κατά των Βουλγάρων, πήγε μαζί και ο Νικόλαος. Περνώντας από κάποιο μέρος, επειδή βράδιασε, έμεινε σε ένα πανδοχείο, όπου αφού δείπνησε με τον πανδοχέα, προσευχήθηκε και πλάγιασε να κοιμηθεί.

Κατά τα μεσάνυχτα η κόρη του πανδοχέα πήγε στο δωμάτιο του Οσίου και τον παρακινούσε σε αισχρή πράξη. Ο δε Άγιος, επειδή είχε βαθιά μέσ’ την καρδιά του το φόβο του Θεού, τη μνήμη του θανάτου και τη γνώσι ότι η ανηθικότης δεν είναι ευκαιρία για ηδονή αλλά παγίδα θανάτου, της είπε: «Παύσε γυναίκα το σατανικό και αθέμιτο έρωτα, μη θελήσης να μολύνης την παρθενία σου και με τον ταλαίπωρο να με ρίξης στον Άδη». Αυτή δε ανεχώρησε, αλλά μετά από λίγη ώρα επανήλθε. Ο Όσιος την έδιωξε για δεύτερη φορά, ελέγχοντας και επιτιμώντας την έντονα. Αυτή όμως, αφού ανεχώρησε, μετά από λίγο ξαναγύρισε.

Τότε ο Άγιος της είπε: «Ταλαίπωρη και αναίσχυντη, δε βλέπεις ότι οι δαίμονες σε ταράζουν για να φθείρουν την παρθενία σου και να κολάσουν την ψυχή σου και ακολούθως να σε γελοιοποιήσουν και να σε ντροπιάσουν μπροστά σε όλους τους ανθρώπους; Δε βλέπεις ότι και εγώ ο ελάχιστος πηγαίνω με τη βοήθεια του Θεού σε έθνη βάρβαρα, σε πόλεμο και αιματοχυσία; Πώς λοιπόν να μολύνω τη σάρκα μου, αφού πηγαίνω σε πόλεμο;». Αυτά και άλλα τέτοια λόγια, αφού είπε ο δίκαιος στη γυναίκα, την έδιωξε. Σηκώθηκε έκανε την προσευχή του και πήγε στην υπηρεσία του.

Την επόμενη νύχτα είδε στον ύπνο του ότι στεκόταν σε ένα ψηλό τόπο και ότι κοντά του καθόταν ο Κριτής, έχοντας το δεξί του πόδι πάνω στο αριστερό και του είπε: «Βλέπεις τα στρατεύματα των Ρωμαίων και των Βουλγάρων;». ο δε Νικόλας απεκρίθη: «Ναι, Κύριε, βλέπω ότι οι Ρωμαίοι κατανικούν τους Βουλγάρους». Τότε ο Κύριος συνέχισε: «Κοίταξέ με». Κοιτάζοντάς τον ο Όσιος είδε να έχει το δεξί πόδι στη γη και το αριστερό πάνω στο δεξί. Έπειτα είδε ότι οι Βούλγαροι κατέκοπταν τους Ρωμαίους. Όταν σταμάτησε ο πόλεμος λέει ο Κριτής προς τον δίκαιο: ¨Παρατήρησε καλά τους τόπους των φονευθέντων σωμάτων και πές μου τι βλέπεις». Ο Νικόλαος, αφού παρατήρησε καλά, είδε όλη τη γη γεμάτη από νεκρά σώματα Ρωμαίων, μεταξύ αυτών δε είδε και έναν τόπο πράσινο και ωραίο, που είχε μέγεθος ενός κρεβατιού.

Τότε ο Κύριος είπε στο στρατιώτη Νικόλαο: «Τίνος νομίζεις πως είναι εκείνο το κρεβάτι;». Ο Νικόλαος απεκρίθη: «Απλός άνθρωπος και αμαθής είμαι Κύριέ μου και δεν γνωρίζω». Του λέει ο Κύριος: «Το κρεβάτι που βλέπεις είναι το δικό σου και σ’ αυτό πρόκειται να πέσεις και συ μαζί με τους συστρατιώτες σου, αλλ’ επειδή την προηγούμενη νύχτα ενίκησες με επιτυχία τον τρίπλοκο όφι δηλαδή τη γυναίκα η οποία τρις φορές σε πολέμησε παρακινώντας σε σε αισχρή πράξη, γι’ αυτό συ ο ίδιος ελύτρωσες τον εαυτό σου από τον θάνατο και έσωσες μαζί με την ψυχή και το σώμα σου. Λοιπόν ούτε ψυχικός θάνατος θα σε κυριεύση, εάν με υπηρετήσης γνήσια».

Αυτά αφού είδε ο δίκαιος, ξύπνησε φοβισμένος και αφού σηκώθηκε, προσευχήθηκε. Την επόμενη μέρα ανέβηκε σε ένα όρος και εκεί προσηύχετο στο Θεό για το ρωμαϊκό στράτευμα.

Σε λίγες μέρες άρχισε ο πόλεμος Ρωμαίων και Βουλγάρων, στον οποίο αρχικά νικούσαν οι Ρωμαίοι. Όμως υπερηφανεύτηκαν και αμέλησαν και κάποιο βράδι που εκοιμώντο αμέριμνοι, ήρθαν οι Βούλγαροι και τους κατέσφαξαν μαζί με τον αυτοκράτορα. Τότε ο δίκαιος Νικόλαος θυμήθηκε το όνειρο και αφού ευχαρίστησε το Θεό επέστρεψε στην πατρίδα του. Έπειτα πήγε σε ένα μοναστήρι, όπου έλαβε το αγγελικό σχήμα και αφού υπηρέτησε τον Κύριο με όλη του την καρδιά, έγινε διακριτικότατος και μέγας πατήρ.

Η Αγία μας εκκλησία τιμά την μνήμη του στις 24 Δεκεμβρίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: